7.3.11

Μεσαιωνικό


Η θαμπή μέρα έφερνε σ' ένα παλιό απόγευμα/ στο χρώμα του νερού που πιτσίλιζε τα γυμνά μας γόνατα/ καθώς τ' αμάξι προχωρούσε στις άγονες εκτάσεις πάνω στους πορωμένους ασβεστόλιθους/ στο θολό νερό/ άμμος, πρωινό φως, μαλακό σκοτάδι/ αναδευόταν ένα μικρό ψάρι/ χάζευα τους παραμορφωμένους πόρους κάτω απ' το γκρίζο γυαλί/ το νυσταγμένο δέος του Γιώργου στο πίσω κάθισμα/ τους τελευταίους μας θησαυρούς αποκαμωμένους στο δειλινό/ την αγωνία να το ζήσουμε και να γίνει δικό μας/ η γκρίζα ζώνη μια κατάκτηση/ κάπως έτσι και σήμερα/ με την ίδια διάθεση μπροστά στην τζαμέλια/ κι αργότερα μπροστά στο κατατονικό Never Let me Go (2010)/ άκουσα τις φωνές μας να αιωρούνται στον ζεστό αέρα/ καθώς ο χρόνος τις άφηνε πίσω/ γειάααααααααααααααααααα/ ελάαααααααααα/ ουυυυυυυυυυυυυυ/
The world is like an open window and I' m weary of passing through it. You wound the one that looks through it. I' m weary of the tomorrows and even its gardens are full of sorrows [Sayat Nova]/ το δωμάτιο ήταν ζεστό/ το αχνιστό τσάι στην κούπα/ φιλική πρόσκληση/ το πορτοκάλι και το γαλάζιο μαχαίρι περίμεναν πλάι στο πιάτο/ το χρώμα του ροδιού (1968) είχε ποτίσει υπόλευκη μανουσκριπτίλα (sic) τον αμφιβληστροειδή/ όπως όταν ψάχνουμε τους εαυτούς μας ο ένας στον άλλο/ με τις αγάπες της άνοιξης ζωγραφισμένες στις παλάμες/ περίπου/ ετούτο το μικρό απόγευμα.

King of Song